Φυλλάδιο Χαλκιαδάκης - ΔΕΝ ΙΣΧΥΕΙ ΠΛΕΟΝ - σελίδα 23

thumbnail - Φυλλάδια Χαλκιαδάκης.
23 / 81
 
ΥΠΕΡΝ ΑΝΟΙΞΗ 2021 Το δέντρο της μοναξιάς και το τραγούδι του Βεδουίνου Το παραμύθι του Αισπου μου έφερε στο μυαλό ένα τραγούδι που είχα ακούσει κάποτε στην βορειοα- φρικάνικη έρημο. Ένας Βεδουίνος το τραγουδούσε και είπε πως ήταν δικό του είχε γεννηθεί σε αντίσκηνο κιολόκληρη η ζωή του ήταν μια διαρκής μετακίνηση: νομάδας ήταν και ζούσε πότε στη μια μεριά και πότε στην άλλη, όπου έβρισκε η φαμίλια του κατάλληλο τόπο. Τοτραγούδι μιλούσε για ένα δέντρο που είχε φυ- τρσει στην εσχατιά της ερήμου, εκεί που δεν υπήρχαν άλλα σημάδια ζωής . Ας πιάσομε, όμως από την αρχή την ιστορία, έτσι όπως την άκουσα πριν από χρόνια: Σεπτέμβρης μήνας , μίλια μακριά από μια πόλη της βόρειας Αφρικής, εκεί όπου αρχίζει το μυστήριο της ερήμου. Είχα ταξιδέψει για κάποια επίσημη γιορτή κι εκείνο το βράδυ ήμουν καλε- σμένος σε δείπνο , επίσημο κι αυτό μέναμε όλοι σε μεγάλες επιμήκεις πα- ραλληλόγραμμες σκηνές στημένες στην άμμο και τη δική μας το μοιραζό- μουν μ ' έναν Γάλλο συνάδελφο και μ' έναν Αιγύπτιο. Μισή ρα πριν το δε πνο έρχεται ο συνοδός μου ο Τζαφέρ, ένας νέος πεντέξι χρόνια μεγαλύτερος από μένα και σπουδαγμένος στην Ελ- λάδα, έχω κάτι πιο πρωτότυπο και αν θέλεις πάμε παρέα . Κάτι Βεδουίνοι μας κάλεσαν για τραπέζυ. Άλλο που δεν ήθελα. Σουρούπωνε όταν φτάσαμε στη σκηνή τους . Κοίταξα γύρω , η έρημος χλωμή , καχεκτική, σχεδόν αποχρωμα- τισμένη, ο ουρανός τόσο κόκκινος που θαρρούσες ότι στάλαζε αίμα . Ένας , ο πιο γέρος , βγήκε και μας συνόδεψε. Πεντέξι νοματαίοι κάθονταν ολόγυρα σε μια πήλινη λεκάνη γεμάτη κουσκούς με κρέας προβάτου , έτρωγαν , έπιναν τσάγια, κουβέντιαζαν. Παραδίπλα μια στοίβα πίτες αραβικές , όλα πάνω στο καθαρό πλουμισμένο χαλί. Μας υποδέ χτηκαν καρδιακά και καθίσαμε μαζί τους . Μόνος ξένος εγ, και πιο νέος απ' όλους άκουγα ήχους από μια γλσσα που δεν τη γνριζα , μα μου άρεσε και προσπαθούσα να μπω στο μεδούλι μιας άλλης ζωής που φάνταζε στα μάτια μου τόσο ξένη μα και τόσο οικεία συνάμα. Άπλωνα δειλά το χέρι , καυτό το φαγητό, μπόλικο το πιπέρι, καυτό και το τσάι, αλλά τέτοιες στιγμές δεν τυ χαίνει να τις ζούμε συχνά . οΤζαφέρ παρακολουθούσε τη συ- ζήτηση, γελούσε , απαντούσε στις ερω- τήσεις τους μάλλον μιλούσαν για μένα, και συχνά στρεφόταν και μου ξηγούσε . Λένε για τις καμήλες τους . Οι πιο παλιοί μεγάλωσαν εκτρέφοντας καμή- λες και δούλεψαν για χρόνια σε καρα- βάνιαν, μου λέει την πρτη φορά . αΛένε πως την ξέρουν την έρημο όπως ξέρουν τα σπίτια τουφ, μου λέει τη δεύτερη . Περνούν λίγα λεπτά , ξανα- γυρίζει, το φως λιγοστό, δυο φανοί θυέλλης κρεμασμένοι αντικριστά στο αντίσκηνο. Λένε πως την έρημο δεν την ξέρει κανείςφ. Τον ουρανό τον ξέρουν καλύτεραν , συνέχισε ο Τζαφέρ, κείναι η δική τους πυξίδα . Θα είχαν περάσει δυο ή τρεις ρες και η κουβέντα δεν τέλειωνε. Το δικό μας αντίσκηνο βρισκόταν κάπου κοντά, μα όταν βγήκα για μια στιγμή και κοί - ταξα γύρω ένιωσα να με τυλίγει το δέος της ερήμου κι ήταν τόσο βαθύ που όλες οι ιστορίες του γερο-Βεδουίνου για χαμένους ταξιδιτες είχαν γίνει δικές μου. Αν με άφηναν μοναχό , θα χα- νόμουν δίχως άλλο κι ας απείχε μόλις πέντε με δέκα λεπτά ο κοτνας μας. Σε άλλους τόπους έχεις κάποιο σταθερό σημείο να προσανατολιστείς , ένα βουνό, ας πούμε, μια πέτρα , ένα δέν- τρο εδ τίποτα. Ούτ' ένα δέντρο! Τέλειωσε το βεδουίνικο δείπνο κι ο Νόμιζα πως μιλούσε για την απε- ραντοσύνη της ξερής γης, αυτήν που δεν μπορεί κανείς να τη μάθει, αλλά έκανα λάθος την έρημο δεν την ξέρει κανείς γιατί μήτε κι εκείνη ξέρει τον εαυτό της αλλάζει μορφές , αλλάζει σχήματα , αλλάζει την όψη του κόσμου . πιο γέρος ένα λιπόσαρκος με άσπρη γενειάδα και χωρίς μπροστινά δόντια, έβγαλε από τη ζνη του τη φλογέρα. Χόρευαν οι νότες στην άμμο, ο άνεμος ανάριος, η νύχτα γλυκιά. Σταματούσε η φλογέρα, άρχιζε το τραγούδι , σταμα- τούσε το τραγούδι άρχιζε η φλογέρα. Τι τραγουδά, Τζαφέρω Θα μεταφράσω ολόκληρο το τρα γούδι γιατί αξίζει . Δικό του είναιν. Και άξιζε! Μιλούσε για κάποιον οδοιπόρο που χάθηκε στην έρημο, δι - εκτραγωδούσε την περιπέτεια στην > 23

Άλλα φυλλάδια Χαλκιαδάκης

Τελευταία φυλλάδια